Τις μέρες αυτές, που μείναμε κλεισμένοι στα σπίτια μας λόγω κορονοϊού, μου δόθηκε η ευκαιρία να ασχοληθώ με το ζύμωμα του ψωμιού. Ο φούρνος είναι μακριά από τη γειτονιά μας και, εδώ που τα λέμε, την εποχή του lockdown μας είχε κοπεί η όρεξη για πολλές μετακινήσεις. Δεδομένου ότι στο ντουλάπι είχε ξεμείνει αλεύρι και μαγιά, είπα και εγώ να δοκιμάσω την τύχη μου στο ζύμωμα.
Η πρώτη προσπάθεια δεν ήταν διόλου αποθαρρυντική. Το καρβέλι μου βέβαια δεν είχε και την καλύτερη όψη, αλλά από γεύση και υφή στεκόταν καλά. Αυτό μου έδωσε και την ώθηση να συνεχίσω τις προσπάθειες. Με εξέπληξε επίσης ευχάριστα το πόσο εύκολη ήταν τελικά η όλη διαδικασία.
Τις πρώτες φορές που ζύμωσα, εικόνες από τα παιδικά μου χρόνια, που νόμιζα πια ξεχασμένες, μου έρχονταν στο νου. Έβλεπα πάλι τη γιαγιά μου, σκυμμένη πάνω από την τεράστια πύλινη λεκάνη της, να ζυμώνει το αλεύρι προσθέτοντας σταδιακά με ένα μπρίκι χλιαρό νερό. Θυμήθηκα πάλι την κίνηση αυτή των χεριών της, τη δύναμη που έβαζε μέχρι η ζύμη της να γίνει μαλακή, και όταν ικανοποιημένη πια από το αποτέλεσμα προσέθετε προς το τέλος του ζυμώματος λίγες σταγόνες λάδι, το μέχρι τότε βλοσυρό ύφος της έσβηνε από το πρόσωπό της και ένα μικρό, αλλά γλυκό, χαμόγελο διαγραφόταν στα χείλη της.
Η παρασκευή του ψωμιού έχει πιστεύω δύο πράγματα που μπορούν να την κάνουν διασκεδαστική. Πρώτον, τό ζυμάρι είναι κάτι το ζωντανό. Αυτό συμβαίνει και με άλλα τρόφιμα, όπως το γιαούρτι, το τυρί, το κρασί, το ξύδι κ.τ.λ. Οι μύκητες και τα βακτήρια, που ενυπάρχουν σε αυτά, τα βοηθούν να αλλάξουν και να εξελιχθούν. Αυτό από μόνο του έχει κάποιο ενδιαφέρον.
Και δεύτερον, σαν διαδικασία, η παρασκευή του ψωμιού είναι αρκετά δημιουργική. Για κάποιον περίεργο λόγο, πιο περήφανοι νιώθουμε ψήνοντας ένα καλοφτιαγμένο ψωμί, παρά φτιάχνοντας ένα νόστιμο φαγητό.
Από εντελώς πρακτική άποψη, το να μπορείς να ελέγχεις, σε μεγάλο βαθμό, τα υλικά ενός τόσο βασικού και καθημερινού τροφίμου, είναι πιστεύω αρκετά σημαντικό.
Θα παρουσιάσω τώρα τη συνταγή για το καρβέλι που φτιάχνω. Δοκιμάζοντας διάφορους συνδυασμούς από άλευρα κατέληξα σε αυτόν, επειδή το ψωμί που δίνει είναι μυρωδάτο, γευστικό, με πυκνή υφή και ύφος χωριάτικο.
εικόνα ψωμιού ψημένου
Υλικά
700 γραμ χωριάτικο αλεύρι από σκληρό σιτάρι βιολογικής γεωργίας 300 γραμ αλεύρι ολικής βιολογικής σίκαλης
20 γραμ βιολογική ξηρή μαγιά
500 - 600 ml χλιαρό νερό
μέχρι 2 κουταλιές της σούπας ελαιόλαδο ( το πολύ λίπος θα επιρρεάσει αρνητικά τους ζυμομύκητες )
10-15 γραμ ιωδιούχο μαγειρικό αλάτι ( σε κάποιες περιπτώσεις το παρέλειψα τελείως και δεν μας έλειψε στη γεύση, αν όμως το βάλετε, μην το φέρετε σε άμεση επαφή με τη μαγιά )
Εκτέλεση
1. Διαλύουμε τη μαγιά με λίγο νερό
2. Ρίχνουμε τα άλευρα σε μεγάλη λεκάνη και τα ανακατεύουμε καλά.
3. Σχηματίζουμε μία γούβα στο κέντρο της λεκάνης και ρίχνουμε εκεί τη διαλυμένη στο νερό μαγιά. Ξεκινούμε το ανακάτεμα των υλικών και το ζύμωμα προσθέτοντας λίγο λίγο το νερό, όταν το ζυμάρι μας το χρειάζεται..
εικόνα αλεύρι με διαλυμένη μαγιά
4. Δουλεύουμε καλά με τα χέρια, για να ομογενοποιηθεί το μείγμα. Ρίχνουμε τις σταγόνες το λάδι μας και δουλεύουμε μέχρι η ζύμη να γίνει μαλακή και εύπλαστη και να μην κολλάει. Όσο καλύτερα ζυμώσουμε τώρα, τόσο πιο πολύ θα φουσκώσει η ζύμη μας και θα διπλασιάσει τον όγκο της αργότερα στη λεκάνη.
εικόνα ζύμης στη λεκάνη
5. Αφήνουμε τη ζύμη να ξεκουραστεί μέσα στη λεκάνη της για μία ώρα.
Τη σκεπάζουμε καλά με μία καθαρή πετσέτα και τη βάζουμε σε ένα ζεστό μέρος της κουζίνας, προστατευμένο από τα ρεύματα του αέρα.
6. Αλευρώνουμε ελαφρά μία ξύλινη επιφάνεια και ξαναζυμώνουμε πάνω της τη ζύμη μας. Η ζύμη δεν πρέπει να κολλάει, γι’αυτό, αν χρειαστεί, αλευρώνουμε λίγο ακόμα.
εικόνα ψωμιού σε κεραμική επιφάνεια
7. Αλευρώνουμε ελαφρά ένα ταψί και τοποθετούμε εκεί το ψωμί μας. Χαρακώνουμε το καρβέλι μας 3 με 5 φορές. Το σκεπάζουμε πάλι με την πετσέτα και το αφήνουμε πάλι να ξεκουραστεί μία - μιάμιση ώρα πριν το ψήσιμο.
8. Ψήνουμε το ψωμί μας σε προθερμασμένο φούρνο στους 180 βαθμούς Κελσίου για μία ώρα περίπου.
εικόνα ψωμιού ψημένου πάνω στα μάτια της κουζίνας
Σημειώσεις
Η σίκαλη έχει μικρή περιεκτικότητα σε γλουτένη και η συμμετοχή της στο μείγμα δεν πρέπει να είναι μεγάλη, γιατί η ζύμη μας θα γίνει βαριά και δεν θα φουσκώσει καλά. Η παρουσία της πάντως, έστω και μικρή, θα κάνει το ψωμί μας πιο γευστικό.
Αν η διαδικασία του ζυμώματος περισσότερο σας κουράζει παρά σας διασκεδάζει, ένα μίξερ με ισχυρό μηχανισμό ζυμώματος θα κάνει μια χαρά τη δουλειά. Εδώ που τα λέμε, σε ότι αφορά στο ζύμωμα, τα αντρικά χέρια είναι μάλλον καλύτερα. Είναι μια δουλειά που χρειάζεται δύναμη.
Αν ο φούρνος σας διαθέτει κεραμική επιφάνεια ψησίματος, αλευρώστε την και κάντε το δευτερο ζύμωμα του ψωμιού σας πάνω της. Ψήστε εκεί το καρβελάκι σας αποφεύγοντας την εμπλοκή των ταψιών στην όλη διαδικασία.
Αν κατά τύχη διαθέτετε ξυλόσομπα με φούρνο, μεταφέρετε με προσοχή το ψωμί σας μέχρι εκεί και ρίξτε το να ψηθεί κατευθείαν πάνω στον μαντεμένιο πάτο του φούρνου. Ο χρόνος που χρειάζεται το ψωμί για να ψηθεί εδώ θα είναι λιγότερος, αν η φωτιά σας είναι δυνατή.
Μαρμελάδα από βερύκοκα με γλεύκος σταφυλιών. Αρωματική, καλοκαιρινή και λατρεμένη.
Μέσα Ιουνίου και οι βερυκοκιές στο κτήμα στενάζουν από το βάρος των φρούτων τους.
Πρώτα φέτος ωρίμασαν τα Μπεμπέκου, βερύκοκα γλυκά και ψωμωμένα, για να τα ακολουθήσουν κατά πόδας τα Διαμαντοπούλου, καρποί πιο μικροί, πιο ευαίσθητοι, αλλά σαφώς αρωματικότεροι.
Κάθε δεύτερο πρωινό και για περίπου μια βδομάδα μαζεύαμε τα φρούτα εκείνα που είχαν ωριμάσει, τρώγαμε όσα μπορούσαμε να αντέξουμε και τα υπόλοιπα τα μοιράζαμε στην ευρύτερη οικογένειά μας. Όταν πια είχαμε όλοι φάει τόσα βερύκοκα που τα μπουχτίσαμε, άρχισα να βγάζω λίγα λίγα όσα είχαν απομείνει στο ψυγείο, για να τα φτιάξω μαρμελάδα.
Τον χειμώνα, τότε που σε όλους μας θα λείπουν τα χρυσά ετούτα φρούτα, το άρωμα και η γεύση της μαρμελάδας βερύκοκου θα είναι η πιο γλυκειά ανάμνηση του καλοκαιριού που πέρασε.
Κάθε φορά που φτιάχνω μαρμελάδα προσπαθώ, ώστε τα φρούτα, που συμμετέχουν σε αυτήν, να μην ξεπερνούν μια ορισμένη ποσότητα. Παρότι έχω στην κατοχή μου μία τεράστια κατσαρόλα, ακριβώς για τον σκοπό της μαρμελαδοποίησης, νιώθω ότι έχω καλύτερο έλεγχο της συνταγής, όταν η ποσότητα των φρούτων μου δεν ξεπερνά τα 2 με 2,5 κιλά.
Άντε να ξεκινήσουμε λοιπόν τη μαρμελάδα μας, η οποία μαζί με τη φράουλα πρέπει να είναι από τις πιο διαδεδομένες μαρμελάδες στον κόσμο. Πράγμα καθόλου τυχαίο. Σίγουρα είναι η πιο αγαπημένη μαρμελάδα των παιδιών, αλλά και από τις πλέον παραδοσιακές, γλυκές και καλοκαιρινές γεύσεις των περιοχών της Μεσογείου!
Υλικά
1 κιλό βερύκοκα
500 γραμ ζάχαρη ή
750 γραμ ανακαθαρισμένο γλεύκος ( συμπυκνωμένος δηλ. χυμός σταφυλιών ) φρέσκο λεμόνι
Εκτέλεση
Διαλέγουμε βερύκοκα ώριμα και βερύκοκα αγουρωπά.
Τα πλένουμε καλά εξωτερικά, τα κόβουμε στη μέση και αφαιρούμε το
κουκούτσι.
Βάζουμε τα βερύκοκα στην κατσαρόλα, τα περιχύνουμε με τη ζάχαρη ή
το γλεύκος και τα ανακατεύουμε καλά.
Κλείνουμε το καπάκι της κατσαρόλας και βάζουμε το φρούτο να βράσει
σε μέτρια φωτιά. Προσέχουμε να μη φουσκώσει και χυθεί η μαρμελάδα. Αφαιρούμε το καπάκι με το που θα αρχίσει ο βρασμός. Προσέχουμε επίσης να μην κολλήσει και καεί το φρούτο. Για τον λόγο αυτό ανακατεύουμε κατά τακτά διαστήματα τη μαρμελάδα καθόλη τη διάρκεια της παρασκευής της.
Bράζουμε έτσι για μισή ώρα περίπου. Βγάζουμε τη μαρμελάδα από τη φωτιά και την αφήνουμε λίγο να κρυώσει. Αν έχουμε χρησιμοποιήσει ζάχαρη ως γλυκαντικό, στο σημείο αυτό πιθανώς να χρειαστεί να ξαφρίσουμε τη μαρμελάδα.
Την αλέθουμε με το ραβδομπλέντερ ελαφρά, φροντίζοντας, εφόσον είναι επιθυμητό, να αφήσουμε στον πολτό και ολόκληρα κομμάτια φρούτου.
Βάζουμε τη μαρμελάδα πάλι στη φωτιά και βράζουμε για 15 – 20 λεπτά ανακατεύοντας τακτικά. Λίγο πριν κλείσουμε τη φωτιά προσθέτουμε λίγες σταγόνες φρέσκου λεμονιού. Ρίχνουμε σε ένα πιάτο λίγες σταγόνες μαρμελάδας και με το δάχτυλο χαράζουμε ένα δρομάκι, το οποίο, αν παραμείνει σταθερό και δεν κλείσει, σημαίνει ότι η μαρμελάδα μας είναι έτοιμη και αρκούντως δεμένη.
Αν τη θέλουμε πιο πηχτή, βράζουμε για περισσότερο χρόνο.
Ρίχνουμε τη μαρμελάδα όσο σιγοβράζει ακόμα σε αποστειρωμένα βάζα
χρησιμοποιώντας ειδικό ανοξείδωτο χωνί.
Σε αυτό το στάδιο έχουμε τοποθετήσει την κατσαρόλα πάνω στην πλέον χαμηλή φωτιά της κουζίνας μας. Παρόλα αυτά, όσο γεμίζουμε τα βάζα, ανακατεύουμε τακτικά τη μαρμελάδα, για να μην κολλήσει. Κλείνουμε με προσοχή τα βάζα και τα αναποδογυρίζουμε αμέσως, όσο είναι ακόμα πολύ ζεστά.
Προσοχή, γιατί καίει! Χρησιμοποιήστε καθαρές πετσέτες κουζίνας, για να κάνετε τη δουλειά σας ακίνδυνα και ανώδυνα. Πάντως η όλη διαδικασία αξίζει τον κόπο, γιατί έτσι , αποστειρώνοντάς τη δηλαδή, εξασφαλίζουμε τη μακροβιότητα της μαρμελάδας μας.
Σημειώσεις
Το ανακαθαρισμένο συμπυκνωμένο γλεύκος έχει σαν πρώτη ύλη το σταφύλι.
Η επεξεργασία, από την οποία περνάει, το κάνει σχετικά ουδέτερο τόσο στο άρωμα όσο και στη γεύση. Για τον λόγο αυτό είναι ιδανικό γλυκαντικό μέσο σε φρέσκες μαρμελάδες αρωματικών φρούτων, όπως το βερύκοκο, όπου αυτό που θέλουμε να λάβουμε σαν αποτέλεσμα είναι το άρωμα και τη γεύση του φρέσκου ώριμου φρούτου.
Μία μαρμελάδα φτιαγμένη με ανακαθαρισμένο γλεύκος είναι λιγότερο γλυκειά στη γεύση της και πιο ελαφριά στην υφή της από μία μαρμελάδα με ζάχαρη.
Αν βάλουμε στη συνταγή μας μόνο υπερώριμα φρούτα, δύσκολα θα πήξει η μαρμελάδα, μιας και η φυσική πηκτίνη βρίσκεται, ως επί το πλείστον, στα άγουρα φρούτα.
Αν έχουμε την υπομονή και την αφήσουμε να κρυώσει 2-3 ώρες πριν την αλέσουμε με το ραβδομπλέντερ, θα έχουμε καλύτερα αποτελέσματα μετά στο δέσιμο της μαρμελάδας.
Φροντίζουμε η κατσαρόλα, η οποία θα χρησιμοποιήσουμε για τη μαρμελάδα μας, να έχει διπλό πάτο και να είναι αρκούντως βαθιά. Έτσι δύσκολα θα κολλήσει η μαρμελάδα και δεν θα μας πιτσιλάει όσο την ανακατεύουμε.
Οι ελιές του Μάη
Δε νομίζω να υπάρχει γεύμα της ημέρας, το οποίο να μην μπορούν να συνοδεύσουν οι ελιές, είτε πρόκειται για κυρίως γεύμα είτε για ένα απλό δεκατιανό ή κολατσιό. Τι πιο θρεπτικό και υγιεινό για σνακ από ένα βραστό, σφιχτό αυγό συνοδεία ελιάς & ρίγανης ή από ένα παξιμάδι βρεγμένο με ελαιόλαδο, φρέσκια ή λιαστή τομάτα και την απαραίτητη ελιά στο πλάι;
Τις ημέρες αυτές έβγαλα από το κιούπι ένα μέρος από τις ελιές, που είχα αποθηκεύσει εκεί τον προηγούμενο Νοέμβρη.
Οι ελιές αυτές έμειναν όλο τον χειμώνα μέσα στο κιούπι με άλμη συντήρησης. Προστατευμένες κάτω από ένα παχύ στρώμα ελαιολάδου περίμεναν καρτερικά τη σειρά τους, χωρίς να χάσουν τίποτα από το άρωμα και την τραγανή υφή τους.
Η άλμη, η οποία τις βοήθησε να κρατήσουν «τη φόρμα τους», είχε μέσα της μόνο χοντρό θαλασσινό αλάτι και πραγματικά πιστεύω ότι η όλη διαδικασία αξίζει τον κόπο, δεδομένου ότι με τον απλό αυτό τρόπο μπορεί κανείς να διατηρήσει ελιές σε άριστη κατάσταση, εκτός ψυγείου, για έξι μήνες, ακόμα και χρόνο.
Άλμη συντήρησης για ελιές σε βαρελάκι, εκτός ψυγείου
Αφού μαζέψουμε τις ελιές από το δέντρο τους, τις καθαρίζουμε από φύλλα και κοτσάνια και πετάμε όσες έχουν προσβληθεί από τον δάκο. Στο σημείο αυτό της διαλογής πρέπει να είμαστε λίγο υπομονετικοί και προσεκτικοί.
Πλένουμε τις ελιές κάτω από τρεχούμενο νερό.
Στη συνέχεια τις ρίχνουμε μέσα σε κιούπι ή βαρελάκι και προσθέτουμε αλατόνερο ώσπου να τις σκεπάσουμε. Η αναλογία εδώ είναι 65 γραμμάρια χοντρό αλάτι ανά λίτρο νερού. Το αλάτι στο μείγμα πρέπει να έχει διαλυθεί καλά.
Τέλος ρίχνουμε πάνω από τις ελιές ένα δάχτυλο τουλάχιστον ελαιόλαδο, για να τις προφυλάξουμε από το οξυγόνο.
Το κιούπι που χρησιμοποιώ για τον σκοπό αυτό είναι ένα μεγάλο κεραμικό δοχείο. Στο εμπόριο πάντως θα βρείτε μία μεγάλη ποικλία σε δοχεία διαφόρων μεγεθών, κατάλληλα για αυτή τη δουλειά και φτιαγμένα από διάφορα υλικά. Ίσως τα πιο πρακτικά είναι τα πλαστικά βαρελάκια, τα οποία δεν είναι βαριά και μπορούν και πλένονται εύκολα.
Άλμη & μυρωδικά για τη συντήρηση σε βάζα στο ψυγείο
Έξι μήνες λοιπόν μετά και οι ελιές είναι σαν να κόπηκαν από το δέντρο μόλις χθες. Σειρά τώρα έχει το ξεπίκρισμα.
Τοποθετούμε τις ελιές μέσα σε μεγάλη λεκάνη με νερό, το οποίο αλλάζουμε πρωί και βράδυ για επτά μέρες. Αν θέλουμε να ελαττώσουμε το ξεπίκρισμα σε διάρκεια, χαράσουμε όσο πιο ελαφρά μπορούμε τις ελιές μας με ακονισμένο μαχαιράκι σε δύο μεριές.
Προς το τέλος της εβδομάδας, αρχίζουμε να τις δοκιμάζουμε. Αν η ελαφρώς πικρή γεύση στις ελιές δε μας είναι ευχάριστη, τις αφήνουμε στο νερό λίγες μέρες ακόμα.
Φτιάχνουμε τώρα την άλλη άλμη, εκείνη που θα προσθέσει επιπλέον άρωμα και γεύση στις ελιές της συνταγής μας. Σε μία κατσαρόλα ρίχνουμε νερό, χοντρό θαλασσινό αλάτι (50 γραμμάρια αλάτι για κάθε κιλό νερού ), 1 - 2 κλωνάρια ρίγανη, λίγο δεντρολίβανο, 3 - 4 δαφνόφυλλα και την φλούδα από ένα πορτοκάλι.
Βάζουμε την κατσαρόλα στη φωτιά και αφήνουμε το μείγμα να βράσει για 10 λεπτά. Το αφήνουμε να κρυώσει εντελώς και προσθέτουμε 100ml ελαιόλαδο και 100ml ξύδι για κάθε κιλό νερό.
Σουρώνουμε τη λεκάνη με τις ελιές μας, που έχουν ξεπικρίσει. Τις βάζουμε σε γυάλινα βάζα και τα γεμίζουμε με την άλμη, αφού έχουμε αφαιρέσει από μέσα τα διάφορα υλικά. Προσθέτουμε, αν θέλουμε, 1-2 σκελίδες σκόρδου σε κάθε δοχείο με ελιές, για να δώσουμε εντονότερη γεύση στη συνταγή μας.
Οι ελιές μας είναι έτοιμες να καταναλωθούν. Διατηρούμε τα δοχεία στο ψυγείο.